καταραμένοι ποιητές

καταραμένοι ποιητές
Έκφραση που προέρχεται από τον τίτλο Les poètes maudits, με τον οποίο δημοσιεύτηκαν τρεις μελέτες του Γάλλου ποιητή Πολ Βερλέν αρχικά στο περιοδικό Lutèce (1883) και κατόπιν σε ιδιαίτερο τόμο (1884). Στις μελέτες αυτές ο Βερλέν παρουσίασε στο ευρύ κοινό την ποίηση του Τριστάν Κορμπιέρ, του Αρτίρ Ρεμπό και του Στεφάν Μαλαρμέ. Στη δεύτερη έκδοση (1888) προσέθεσε κεφάλαια για τον Βιλιέ ντε λ’ Ιλ Αντάμ, τη Μαρσελίν Ντεμπόρντ-Βαλμόρ και τον Pauvre-Lelian (αναγραμματισμός του ονόματος του ίδιου του Βερλέν). Το βιβλίο αυτό συνέβαλε σημαντικά στην επίσημη καθιέρωση της συμβολικής ποίησης. Η έκφραση κ.π., ή απλώς καταραμένοι (maudits), επεκτάθηκε γενικά στον τύπο του ποιητή ή καλλιτέχνη που δημιουργεί μέσα στην αφάνεια, στον πόνο και στη μοναξιά, γιατί το έργο του και συχνά και η ζωή του δεν υπόκεινται –από κοινωνική, ηθική και αισθητική άποψη– στις καθιερωμένες αξίες του αστικού κόσμου. Οι «καταραμένοι ποιητές» Βερλέν και Ρεμπό, από λεπτομέρεια του πίνακα «Γωνιά τραπεζιού» του Ανρί Φαντέν-Λατούρ (Jeu de Paume, Παρίσι).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ποιητής — ο, θηλ. ποιήτρια, ΝΜΑ, και θηλ. ποιητρίς, ίδος, Α [ποιώ] 1. ο δημιουργός ποιημάτων, αυτός που εκφράζει τα βιώματά του σε έμμετρο λόγο, με φροντισμένη γλωσσική έκφραση 2. ο δημιουργός τού κόσμου, ο θεός, ο πλάστης (α. «Πιστεύω εις ένα Θεόν...… …   Dictionary of Greek

  • Βερλέν, Πολ — (Paul Marie Verlaine, Μετς 1844 – Παρίσι 1896). Γάλλος ποιητής. Γιος αξιωματικού του μηχανικού, πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε αστικό περιβάλλον. Στο Παρίσι εργάστηκε ως υπάλληλος, πρώτα σε μια ασφαλιστική εταιρεία και μετά στο δημαρχείο. Ύστερα …   Dictionary of Greek

  • ντεκανταντισμός — Όρος που αρχικά δήλωνε ένα γαλλικό λογοτεχνικό ρεύμα που εμφανίστηκε το 1880 με βάση τις μεταρομαντικές ποιητικές θεωρίες και ως πολεμική εναντίον των παρνασσιακών. Στην πραγματικότητα decadents (παρηκμασμένοι) ονομάστηκαν από τους αντιπάλους… …   Dictionary of Greek

  • Αισχύλος — I (Ελευσίνα 525 – Γέλα Σικελίας 456 π.Χ.). Τραγικός ποιητής. Για τη ζωή του δεν υπάρχουν πολλές ασφαλείς πληροφορίες. Οι σύγχρονοι του Α. και του Πινδάρου ενδιαφέρονταν πολύ περισσότερο για τα έργα παρά για τους συγγραφείς. Και αργότερα, όμως, οι …   Dictionary of Greek

  • Σουηδία — Κράτος της Βόρειας Ευρώπης μεταξύ της Φινλανδίας και της Νορβηγίας.H Σουηδία (Konungariket Sverige) είναι η μεγαλύτερη από τις σκανδιναβικές χώρες. Tα σύνορά της, που καθορίστηκαν μόνιμα με το Σύμφωνο της Bιέννης (1815), ορίζονται φυσικά από την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”